Ξεκαθαρίζω από την αρχή πως ό,τι ακολουθεί δεν είναι μία παρουσίαση ή ανάλυση της ταινίας. Τα καταφέρανε περίφημα με την ξεχωριστή τους ματιά ο Ηλίας και ο Θοδωρής. Παρακάτω θα μιλήσω μόνο για μία από τις (πολλές) πλευρές του Zodiac, όπως την αντιλήφθηκα εγώ.
Για μια από τις πιο γεμάτες εμπειρίες που είχα ποτέ σε σκοτεινή αίθουσα, ο Fincher είναι ο ένας και μοναδικός υπεύθυνος. Το πρώτο πράγμα που θα μου έρχεται στο μυαλό από εδώ και πέρα όταν κάποιος αναφέρει το Zodiac είναι ότι πρόκειται για μία τόσο «σκηνοθετημένη» ταινία. Κάθε πλάνο μοιάζει σχεδιασμένο στην εντέλεια, ακόμα και μέσα στην καταιγιστική διαδοχή τους. Η κάμερα κινείται με γεωμετρική ακρίβεια (θυμηθείτε και το Birth, πάλι με τον Σαββίδη στη φωτογραφία), ο σκηνοθέτης μοιάζει να έχει πλήρως τον έλεγχο του ρυθμού και οι δυόμιση ώρες κυλούν σα νερό παρά τον πληροφοριακό όγκο (άλλη μια βασική ομοιότητα με το All The President’s Men). Και αν η ταινία αγγίζει αφηγηματικά την τελειότητα, το οφείλει στο ότι είναι απόρροια μιας ψυχοφθόρας εμμονής.
Obsession θα ήταν ένας άκρως ταιριαστός εναλλακτικός τίτλος. Εμμονή, πάθος, ψύχωση. Οδηγεί τον διαβόητο δολοφόνο στο έργο του. Οδηγεί έναν δημοσιογράφο, έναν αστυνομικό και έναν φιλόδοξο (;) καρτουνίστα στο κυνήγι αυτού και τελικά σε μια αυτοκαταστροφική πορεία χωρίς δυνατότητα διαφυγής. Και το σημαντικότερο, οδηγεί έναν σκηνοθέτη σε μια δημιουργική δίνη, σε ένα τερματικό σημείο όπου όλο το ταλέντο, η ευφυΐα και η μαγκιά του συγκεντρώνονται και εκρήγνυνται για να λυτρώσουν τελικά τον ίδιο. Γνωρίζουμε ότι ο Fincher ήταν παιδί όταν η υπόθεση Zodiac ξέσπασε. Ένιωσε την απειλή από (σχεδόν, για να μην υπερβάλλω) πρώτο χέρι και μεγαλώνοντας είχε πάντα την ιστορία του μέσα στο μυαλό του. Από τη στιγμή που έγινε σκηνοθέτης, ήξερε ότι αυτή ήταν η μία ταινία την οποία ήταν προορισμένος να φέρει οπωσδήποτε σε πέρας. Η εμμονή του τροφοδοτούνταν διαρκώς με τις συνεχείς έρευνες, την μελέτη των βιβλίων του Robert Graysmith και το διαχρονικό μύθο του Zodiac που μοιραία εξελίχτηκε σε θρύλο λόγω του ανεξιχνίαστου της ταυτότητάς του. Ακόμα και το Seven, μια από τις σημαντικότερες ταινίες της περασμένης δεκαετίας, μοιάζει πλέον σαν μια απλή άσκηση στα χωράφια της πραγματικής ιστορίας που βρισκόταν στο μυαλό και την ψυχή του αμερικανού σκηνοθέτη.
Και όταν αποφάσισε ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου (παραδόξως μετά την μετριότερη ταινία της καριέρας του – λέγε με Panic Room), δεν πήγε ούτε στιγμή να ξεγελάσει τον εαυτό του ότι το εγχείρημα θα ήταν εύκολο. Με τόλμη, χωρίς φόβο και περιττούς δισταγμούς, βούτηξε στα βαθιά. Το κυνήγι του Zodiac και της αποκάλυψης του έγινε δικός του στόχος. Είναι σίγουρο ότι ο Graysmith του Jake Gyllenhaal είναι το alter ego του σκηνοθέτη. Δεν έχει σημασία που στην πορεία εμφανίστηκαν τόσα εμπόδια και που πολλά που έμοιαζαν να κρατούν τους δύο άντρες έχασαν το νόημά τους. Δεν έχει σημασία που ακόμα και ο ίδιος ο στόχος έφτασε να μοιάζει ανούσιος. Σε μια σκηνή, ο Gyllenhaal απαντάει στις πιεστικές ερωτήσεις της Sevigny ότι το μόνο που θέλει είναι να βρει τον δολοφόνο και να σταθεί μπροστά του. Και όταν πράγματι θα το καταφέρει αυτό (ή μήπως όχι;), η φθορά και η εσωτερική του διάβρωση έχουν μετατραπεί σε αξεπέραστο σκόπελο. Σε μια αξέχαστη σκηνή, ο Fincher θα αποτυπώσει με χειρουργική ακρίβεια την ματαιότητα τούτου του κόσμου, όπως τον θέτουν σε κίνηση οι ανθρώπινες εμμονές. Ταυτόχρονα, θα οδηγήσει την Τέχνη του στην κορύφωσή της παίζοντας αφενός με την ψυχολογία του θεατή, τις προσδοκίες του και την ψυχωτική ταύτισή του με τους επί της οθόνης ήρωες, αφετέρου φτάνοντας στη συγκινητική αυτό-συνειδητοποίηση ότι το ταξίδι και οι συνέπειές του είναι όσα τελικά θα μείνουν. Και εκεί ένα μόνο βλέμμα είναι αρκετό.
Υ.Γ. Ό,τι και να πω θα είναι λίγο για την ερμηνευτική τριάδα. Ο Mark Ruffalo κορυφαίος όλων – μόνο και μόνο για τη σκηνή που θέλοντας να φάει το σάντουιτς του συναδέλφου του, θα βγάλει την ντομάτα και θα την αφήσει στο πιάτο. Μικρή λεπτομέρεια, αλλά από εκείνες που κάνουν έναν κινηματογραφικό χαρακτήρα ανθρώπινο, πλούσιο, ιδιοσυγκρασιακό και ενδεικτική της συνολικής δουλειάς του ηθοποιού. Ο Robert Downey Jr. είναι απλά απολαυστικός με τις πάντα τολμηρές επιλογές του. Ο Jake Gyllenhaal στηρίζεται στην εμπειρία του (παρά την ηλικία του) και στο γεγονός ότι ο ρόλος ταιριάζει γάντι στη φάτσα και στο DNA του!
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
14 comments:
Η μοναδική μου ένσταση είναι Λογική. Δεν συνδέεται η τελειότητα μιας αφήγησης με την "αφετηρία", ας την πω, της εμμονής. Νομίζω, anticlimactically μιλώντας, είναι θέμα ταλέντου και σεναρίου.
Πέραν τούτου να σε συγχαρώ, όπως σύντομα νομίζω και ο Θοδωρής, για το εξόχως εμπαθές και καλογραμμένο σου κείμενο.
Πάμε καλά...
Θέλω να σταθώ στη φράση σου "μια από τις πιο γεμάτες εμπειρίες που είχα ποτέ σε σκοτεινή αίθουσα" και να συμφωνήσω στην κινηματογραφική πυκνότητα της ταινίας! Νομίζω ότι τελικά αυτό είναι μεγαλύτερο ατού της, αυτό που την κάνει τόσο μοναδική (που λέγαν κι οι συντελεστές της ;)
Πολλά μπράβο για το κείμενο.
Συμφωνούμε και για Ruffalo! Πολύ καλός.
Ηλία μου ευχαριστώ. Ομολογώ ότι είμαι της άποψης ότι η αφήγηση είναι πρωτίστως θέμα σκηνοθέτη και λιγότερο σεναρίου. Το πώς αφηγείσαι μια ιστορία στο σινεμά είναι άλλωστε εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικό από την ίδια την ιστορία. Και εδώ ο Fincher μας μετέδωσε την εμμονή του στη λεπτομέρεια καθώς προετοίμαζε την ταινία, πρωτίστως αφηγηματικά - εκμεταλλευόμενος φυσικά το όχημα του Graysmith και της δικής του έρευνας. Κατά τ'άλλα συμφωνώ με το κείμενο σου απόλυτα και ειδικά με τις ταινίες που επικαλείσαι συγκριτικά.
Θόδωρας, το είπες τέλεια. Κινηματογραφική πυκνότητα! Αυτός ο άκρως κολακευτικός όρος είναι ο πλέον ταιριαστός για το Zodiac. Thanks man.
Ναι ναι, δεν διαφωνούμε βρε παιδί μου, μιας μικρής παρερμηνείας θύματα ίσως είμαστε...
Σαφώς το πως είναι σημαντικότερο, καθώς και το ότι η αφήγηση καθαυτή κρίνεται από τον σκηνοθέτη.
Απλά, η ύπαρξη της εμμονής δίνει ίσως ένα κρίσιμο εχέγγυο, δεν μπορεί όμως να διασφαλίσει την ποιότητα της αφήγησης.
Θέλω να πω κι ο Μαστοράκης έχει κόλλημα με την ηδονοβλεψία, αλλά οι ταινίες του απέχουν από το Peeping Tom...
Αγόρι μου! Με τέτοιες ατάκες, τι μπορώ να πω μετά; Ότι ο Μαστοράκης έχει κάνει αριστουργήματα; Αφοπλιστικός πάλι!
Σοβαρά Ηλία, τρεις μέρες μετά την προβολή της, έχω πάθει πλάκα. Πολύ μεγάλη ταινία.
Ήθελα που ήθελα,να πάω να δώ την ταινία,λέει κι ο φίλος μου ο Αχιλλέας τόσο καλά λόγια(να ξέρετε οτι σπανίως εγκρίνει τις ταινίες που βλέπω,για να μην πώ ποτέ),θα είναι αμαρτία να μην πάω να τη δώ!Με έπεισες Αχιλλέα μου,χεχε!
Τι λες Τόνια; Εγώ δεν είμαι καθόλου αυταρχικός! Δες και τον Ρατατούλη, δες όμως και το Zodiac! Κρίμα είναι! Και...πσστ, είναι ταινιάρα!!!!!!
Να μπορούσα να σου διαβιβάσω την χαρά μου να σ' ακούω έτσι...
(Πσστ - που λες κι εσύ - ευχαρίστησε τον Πάνο για τον καλό λόγο που μου φόρτωσε...)
Α! Πότε θα κάνεις blog;
Άντε ντε, διαβίβασέ την μου από κοντά. Πόσο καλά είχαμε περάσει, μιλούσαμε για σινεμά, ο καθένας τον χαβά του, και πήγε 3 πριν καλά καλά το καταλάβουμε. Ας κανονίσουμε πάλι.
Ο Πάνος παρακαλεί γλυκά...
Όσο για το blog, με κολακεύει η επιμονή σου, λυγίζω...
Ταινιάρα!Απλά δεν ξεκόλλαγαν τα μάτια μου απ΄την οθόνη! ...και εις ανώτερα στους δημιουργούς της!!!
Μπράβο Ελένη! Το ίδιο ακριβώς έπαθα. Ο Fincher αποδεικνύεται άριστος γνώστης της ανθρώπινης ψυχολογίας και ξέρει πως να μας μεταφέρει στη θέση της πρωταγωνιστικής τριάδα μέσω των μηχανισμών των εμμονών.
Ήταν σαν να διάβαζες Ντοστογιέφσκυ στο πανί!Πλήρης ανατομία της ανθρώπινης ψυχής.5 τέτοιες ταινίες να είχαμε τον χρόνο...
Αχιλλέα,
δεν διάβασμα όλο σου το ποστ, θα το κάνω κάποια στιγμή, αλλά πέρασα να σε "γνωρίσω", μια και δεν έχεις δικό σου μπλογκ!
Όσο για τον περιβόητο εστετισμό (aestheticism),
του Φίντσερ στο Zodiac, όχι μόνο δεν υπάρχει, αλλά σιγά-σιγά στην πορεία της ταινίας, αποδομείται κάθε έννοια του, ώστε να δοθεί έμφαση στη τρομακτική έννοια του φόβου και της βίας χωρίς πρόσωπο...
:-)
Σ'ευχαριστώ που ήρθες Lucy. Ελπίζω να τα λέμε συχνά στο μέλλον.
Το θέμα περί εστετισμού του Zodiac σηκώνει κουβέντα. Νομίζω ότι πρόκειται για μία εξαιρετικά πολυεπίπεδη ταινία - φράση κλισέ μεν, εδώ όμως εξαιρετικά ταιριαστή.
Οι αναγνώσεις πολλαπλές. Μία από αυτήν θα μπορούσε να είναι ότι ο κινητήριος προβληματισμός του Fincher είναι η αγωνία του για έναν κόσμο που κυριαρχεί η βία, το σκοτάδι και η ηθική διάβρωση στον καθένα μας ξεχωριστά, αλλά και σε όλους μας σαν σύνολο. Θα μου επιτρέψεις να πιστεύω ότι, αναφορικά με τη συγκεκριμένη ταινία, αυτό ο Fincher δεν το κατάλαβε παρά στο τέλος, εκεί που το βλέμμα του Graysmith ταυτίστηκε 100% με το δικό του (και όλων μας). Μέχρι τότε όμως τι;
Μέχρι τότε μας δίνει μια εξαιρετικά κλειστή ταινία (για να οικειοποιηθώ μια φράση του φίλου Ηλία με την οποία συμφωνώ πλήρως). Και ναι, μπορεί όντως να μην ήταν η πρόθεσή του να μας φέρει αντιμέτωπους με έναν αφηγηματικό λαβύρινθο σε συνθήκες αποστασιοποίησης-σχολιασμού του ίδιου του μέσου, αλλά το έκανε αναγκαστικά. Εγκλωβίστηκε στις εμμονές του (που μπορεί να σχετίζονται με τους προσωπικούς φόβους και δαίμονες, όπως αναφέρεις και εσύ και εγώ στο post) και μπλέχτηκε σε μια δίνη. Εμμονή στη λεπτομέρεια για τους καταδιώκτες του Zodiac στην ταινία, τελειομανία και για τον σκηνοθέτη στην παρουσίασή της. Η λεπτομερέστατη αναπαράσταση της εποχής (φουλάρια, παντελόνια, κτλ.) έχουν μικρό ρόλο μπροστά στον αφηγηματικό άθλο της ταινίας. Νιώθεις περισσότερο την εμμονή των ηρώων, αντλώντας από την εμμονή του Fincher κάθε πλάνο να είναι απλά τέλειο. Και μην μου πεις ότι δεν ήταν γεμάτο αυτάρεσκες γωνίες λήψης το έργο. Είναι, αλλά έτσι θα έπρεπε να είναι. Η αυτοαναφορά ποτέ ίσως δεν ήταν πιο ειλικρινής, το ίδιο και ο εστετισμός. Καταλήγει δηλαδή το Zodiac να είναι μία σκηνοθετική άσκηση, ένα κινηματογραφικό πείραμα όχι γιατί ο Fincher ήθελε συνειδητά κάτι τέτοιο (τότε και θα συμφωνούσαμε όλοι για τον εστετισμό του, και θα μας άρεσε λιγότερο η ταινία κατά πάσα πιθανότητα), αλλά γιατί το υποσυνείδητό του το πρόσταξε. Οι εμμονές του. Το πραγματικό δηλαδή θέμα της ταινίας.
Post a Comment