I took a plane
I took a train
(Ah, who cares, you always end up in the city)

Η Ερωτική Επιθυμία του Καρ Γουάι είναι ένα γνήσιο μελόδραμα, με δομή τόσο κλασική όσο τα θεμελιώδη για το είδος χολυγουντιανά αριστουργήματα του Σερκ και των κινηματογραφικών συνοδοιπόρων του. Εκτός αυτού, 50 έτη (σε χρόνο κινηματογραφικό) και μια αιωνιότητα μετά (σε χρόνο πραγματικό) αφηγείται την ίδια και απαράλλακτη ιστορία έρωτα αλλά με δυναμική καταρρακωμένη από την αλόγιστη χρήση, που κρύβει μια λέξη μασημένη αδέξια, χτυπημένη και εν τέλει τσακισμένη στις λάγνες ορέξεις διαφημιστών, τηλεορασάκηδων, βαλεντίνων και εφήβων που βιάζονται να μεγαλώσουν. O σπουδαίος Καρ Γουάι των, με μαθηματική ακρίβεια, αριστουργημάτων όπως Happy Together και Chungking Express, δέχεται το στοίχημα που ο ίδιος βάζει (με τις εις βάρος του πιθανότητες) να αφηγηθεί αυτή την καθημερινή, οικουμενική και διαχρονική όσο η ανθρωπότητα ιστορία και σαν να μην έφτανε αυτό, διαλέγει να το κάνει με τρόπο κλασικό, μη αποφεύγοντας τις συγκρίσεις, αλλά προκαλώντας τις καθώς δεν περνά ούτε δίπλα από τις αναδιαρθρώσεις που υπέστη κινηματογραφικά, από την κωμωδία ως την επιστημονική φαντασία και από τα χέρια σχεδόν όλων των δημιουργών του παγκόσμιου σινεμά. Άλλωστε, ο ίδιος ο Καρ Γουάι αποτελεί εδώ και χρόνια εγγύηση σχεδόν ατράνταχτη για αποτέλεσμα αριστουργηματικό (θα εξαιρούσα την τελευταία του δημιουργία, με πραγματικό κίνδυνο της ζωής μου από έναν δυο φίλους φανατικούς του φιλμ), τόσο αισθητικά όσο και στην ουσία του σινεμά αλλά και των τεχνών εν γένει, δηλαδή συναισθηματικά, στο κέντρο της καρδιάς του θεατή, στο κέντρο του μνημονικού του, στις βαθιές αναμνήσεις του που ενεργοποιούν τους μηχανισμούς για να αγαπήσει το έργο της τέχνης του, στην σπανίως τέλεια αναλογία και αντιστοιχία μυαλού και καρδιάς.
συνειδητοποιώντας την απιστία αυτή πιο άμεσα; Μήπως για να πλησιάσουν ο ένας τον άλλο, απαλλαγμένοι για πρώτη φορά από τις ενοχές; Η κυρία Τσαν γίνεται κυρία Τσοόυ και ο κύριος Τσόου γίνεται κύριος Τσαν που μέσα στο μικρό θεατρικό τους παραλήρημα μοιράζουν τις ευθύνες για να καταλήξουν θριαμβευτικά "ποτέ δεν θα γίνουμε σαν αυτούς" (σε αριθμό πληθυντικό που πιστοποιεί τρόπον τινά την ένωσή τους, την αρχή μιας σχέσης καταδικασμένης να ζει και να υπάρχει μέσα σε έναν κυκεώνα παραλογισμού, αμφισβήτησης και αυτολογοκρισίας που γέννησε η ρυπογόνα εγκράτεια του καθωσπρεπισμού, αλλά ίσως και εξιδανικεύοντας ο ένας την εικόνα του άλλου, με αυτό το υποβλητικό και προστακτικό "δεν θα γίνουμε" που δεν αφήνει περιθώριο, το δίχως άλλο).
Με τον ίδιο τρόπο, αφαιρώντας δηλαδή αφηγηματικά και κατά συνέπεια προσθέτοντας δραματουργικά, λειτουργεί ολόκληρο αυτό το σπουδαίο φιλμ. Εκεί που ο Τζουντ Λο στο My Blueberry Nights καθαρίζει ένα θολωμένο τζάμι αποκαθιστώντας την επικοινωνία και προσφέροντας έναν καλό φίλο στην Νόρα Τζόουνς, στην "Ερωτική Επιθυμία" οι ήρωες μένουν μετέωροι να κοιτούν τον κόσμο αποκλειστικά μέσα από θολωμένα, βρεγμένα και βρώμικα τζάμια, από γωνίες με οπτικό πεδίο περιορισμένο, αδύναμοι να επικοινωνήσουν "καθαρά", κάτι που τους βυθίζει όλο και περισσότερο στις τύψεις τους. Ξανά, εκεί που οι προηγούμενες ταινίες του Καρ Γουάι λειτουργούσαν πάνω στη διασταύρωση ιστοριών και χαρακτήρων, η "Ερωτική Επιθυμία" δεν είναι παρά το σύμπαν δύο ιστοριών που πορεύονται παράλληλα μην αφήνοντας περιθώρια για την ύπαρξη σημείου τομής: Όταν ο Τσόου θα επιστρέψει αποφασισμένος να συναντήσει την Τσαν, ο Καρ Γουάι θα στερήσει και την τελευταία καθαρή ανάσα στους ήρωες και τους θεατές του, μη επιτρέποντας αυτή την συνάντηση, με τρόπο πραγματικά σπαρακτικό. Το μόνο που τελικά μένει στους ήρωες είναι αυτή η ανάμνηση και νοσταλγία, για όσα όμως δεν έζησαν στην πραγματικότητα. 