Κυριακή 19/07
The Ladykillers (2004), των Ethan Coen και Joel Coen. ΕΤ1, 21:05, διάρκεια 108’.
Το ρημέηκ της ταινίας του Alexander Mackendrick του 1955 από τους αδερφούς Κοέν δεν είναι μονάχα η χειρότερη ταινία της παραπάνω από ενδιαφέρουσας καριέρας τους, αλλά ταυτόχρονα μια ταινία-σημάδι της παρακμής της αμερικανικής κωμωδίας που ξαναμεταφέρει τη δράση στα μέρη της, ξαναπροσαρμόζει τα αστεία της με τρόπο εσωτερικό και υπεροπτικά θεωρεί πως ένα παράλογο σύμπαν αρκεί από μόνο του χωρίς κωμικό timing και ευρηματικά gags για να πείσει για το... γέλιο που έπρεπε, μα ποτέ δεν ήρθε. Η ιστορία της παλιάς βρετανικής κωμωδίας μεταφέρεται αρκετά πιστά στη Νέα Ορλεάνη όπου συμμορία μικροκακοποιών επιχειρεί να «πιάσει την καλή» και συστήνεται σαν μουσική μπάντα προκειμένου να κερδίσει την εμπιστοσύνη της γριάς ενοίκου του σπιτιού δίπλα στο καζίνο. Από εκεί θα προσπαθήσουν να σκάψουν μια σύραγγα ως το ναό του χρήματος και την προσωπική τους ευτυχία αλλά η γριά τους ψιλιάζεται γρήγορα γιατί είναι πιο ηλίθιοι κι από καθυστερημένο περιστέρι. Ξέρω, ακούγεται καλό αλλά, πιστέψτε με, είναι ανέμπνευστο, αφόρητα βαρετό (ακόμα και η καλή μουσική της ταινίας ακουγόταν στα αυτιά μου σαν κομπρεσέρ στις 6 το πρωί) και... όχι Κοέν. Δείτε το, τι να σας πω, έτσι κι αλλιώς η μέρα από τηλεοπτικής πλευράς είναι χειρότερη κι από τηλεμαραθώνιο αγάπης.
Βαθμολογία: 0 στρογγυλό σαν τη μούρη του Τομ Χανκς πριν και μετά το «Ναυαγό».
Flightplan (2005), του Robert Schwentke. ΝΕΤ, 22:00, διάρκεια 102’.
Εκνευρίστηκα όταν είχα δει αυτό το θρίλερ με τη Τζόντι Φόστερ γιατί πάνω απ’ όλα περίμενα να είναι αξιοπρεπές (για τις περαιτέρω προσδοκίες θα έφταιγα εγώ και μόνο) και μου ήρθε κατακέφαλα. Άκουγα και κάτι περίεργα για Χιτσκοκικές «κυρίες που εξαφανίζονται» και δεν ήθελα πολύ. Η Τζόντι Φόστερ (ευτυχώς η... «αξιοπρεπής» των προσδοκιών μου) προσπαθεί να σώσει τα καταδικασμένα ως μια γυναίκα που χάνει την κόρη της κατά τη διάρκεια μιας πτήσης μέσα στο ίδιο το αεροπλάνο και το θρίλερ στήνεται στην επιμονή των επιβατών ότι ποτέ δεν ήταν μαζί της κανένα κορίτσι και το γεγονός ότι το όνομα της μικρής λείπει από τη λίστα των επιβατών. Για δεύτερη συνεχόμενη φορά στη μέρα πράγματα ακούγονται καλά αλλά δεν είναι. Τα 102 λεπτά της ταινίας μοιάζει να μην περνούν και παρότι ο Σβέντκε (το όνομα του οποίου μάλλον δεν θα μας απασχολήσει ξανά) τα χρησιμοποιεί εστιάζοντας αποκλειστικά στην ηρωίδα του, το φιλμ του ως ψυχολογικό πορτραίτο αποτυγχάνει οικτρά και στο τέλος θα θέλετε όχι μόνο να μην βρει την κόρη της, αλλά να συντριβεί ολόκληρο το αεροπλάνο με ό,τι χαρακτήρα πέρασε από το φιλμ να τον τρώει η μαρμάγκα και να ησυχάσετε. Σε αυτό, αν μη τι άλλο, θα έχετε την αμέριστη βοήθεια του μόνιμα εκνευριστικού (και χειρότερου... σοβαρού ηθοποιού στο αμερικανικό σινεμά) Peter Sarsgaard, που με εκείνο το βλέμμα το σπινθιροβόλο θα επιχειρήσει να σας αποτελειώσει.
Βαθμολογία: *, σαν τη μία ώρα που θα αντέξετε το φιλμ.
Η Επόμενη Μέρα (The Day After) (1983), του Nicholas Meyer. ΕΤ1, 00:15, διάρκεια 120’.
Απουσία κάποιου καλού DVD για την αμερικανική αυτή τηλεταινία (θα βρείτε ένα «σκέτο» δισκάκι, είτε αμερικανικό είτε ευρωπαϊκό) η εγγραφή από την κόπια της ΕΡΤ είναι μια καλή ιδέα, ειδικά για όσους δεν την έχουν παρακολουθήσει ξανά. Προβληματισμός και άκρατος πεσιμισμός σε ένα φιλμ που χωρίς δισταγμό περιγράφει ένα ολοκαύτωμα ως μοναδική κατεύθυνση και αποτέλεσμα των πυρηνικών δοκιμών.
Βαθμολογία: * * *
Ali G Indahouse (2002), του Mark Mylod. ALTER, 01:30, διάρκεια 87’.
Έξυπνη προβολή του Άλτερ με το ξεκαρδιστικό Μπρούνο να παίζει στις αίθουσες. Προσέξτε το, δεν είναι ακριβώς... bedtime ταινία εκτός αν θέλετε να ξαγρυπνήσετε γελώντας. Κάπως έτσι άρχισαν όλα... Vote for Ali G!!!
Βαθμολογία: * * *
Empire of the Sun (1987), του Steven Spielberg. STAR, 02:45, διάρκεια 140’.
Ο 11χρονος γιος ενός βρετανού διπλωμάτη στη Σανγκάη ζει από κοντά τη φρίκη του πολέμου μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας όταν θα οδηγηθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ιαπώνων. Άριστο τεχνικά, ίσως αυτό είναι το καλύτερο φιλμ του Σπίλμπεργκ, με τον Κρίστιαν Μπέηλ σε νεαρή ηλικία και τον Τζον Μάλκοβιτς μαζί του. Η ώρα προβολής είναι ένα ακόμη κακόγουστο κυριακάτικο κάζο του STAR σε όσους δουλεύουν τη Δευτέρα το πρωί, οπότε και θα τελειώνει η ταινία. Προτιμήστε φυσικά το πολύ καλό ευρωπαϊκό διπλό δισκάκι που θα βρείτε με 6 περίπου ευρώ.
Βαθμολογία: * * *
Δευτέρα 20/07
Ransom (1996), του Ron Howard. STAR, 22:00, διάρκεια 117’.
Με τον Γκίμπσον να απολαμβάνει τα αγαθά της προηγούμενης και προσωπικής ταινίας του (Braveheart) και να εκτοξεύει τη δημοτικότητά του στα ύψη με τη συμμετοχή του σε αυτή την τεράστια εισπρακτική (αλλά και καλλιτεχνική για τα ρηχά δεδομένα του σκηνοθέτη της) επιτυχία, το Ράνσομ δεν πέρασε ακριβώς απαρατήρητο. Το καλό για εμάς είναι ότι το θρίλερ πίσω από την ιστορία της απαγωγής του γιου ενός πλούσιου επιχειρηματία και την απόφασή του να δράσει ο ίδιος για να τον σώσει, είναι καλοστημένο, δομημένο με σωστό timing (κάτι σαν άλφα και ωμέγα για το είδος), χρησιμοποιεί τον σταρ του (ο οποίος είναι και μάλλον ένας καλός ηθοποιός) ως πρέπει και σαν επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στο αγύριστο κεφάλι του Ρον Χάουαρντ (ενδεικτικά The Da Vinci Code, Cocoon, Apollo 13, A Beautiful Mind, οπότε, ναι, αυτή είναι η καλύτερη ταινία του) δουλεύει στην ψυχολογία του ήρωα, πάντα στο μέσο της καταιγιστικής δράσης. Από εκεί και πέρα, είναι Ρον Χάουαρντ.
Βαθμολογία: * * (το ξαναλέω, από εκεί και πέρα, είναι Ρον Χάουαρντ)
Faces (1968), του Τζον Κασαβέτη. Βουλή, 22:45, διάρκεια 130’.
Γερασμένοι στην ψυχή τους, ο Ρίτσαρντ (Τζον Μάρλεϊ) και η γυναίκα του, μάλλον τυπικό ζευγάρι αστών, υποκύπτει σε αυτό που μέλλει πάντα να καταστρέφει τον έρωτα (ή, αν προτιμάτε, να επικυρώνει την καταστροφή που ίσως νωρίτερα έχει έρθει), τη μοιχεία. Ο Ρίτσαρντ γνωρίζει τη Τζίνι (Τζίνα Ρόουλαντς-δεν θα έχετε δει και πολλές σπουδαιότερες ηθοποιούς στην ιστορία του σινεμά) και η γυναίκα του το νεαρό Τσετ. Και ως σπουδαίοι άνθρωποι νοιάζονται για τον έρωτα μπροστά στο αδιέξοδο, τον αναζητούν, αγωνίζονται και αγωνιούν για την αγάπη που βλέπουν να χάνεται (και όχι να έρχεται, κάνοντας τελικά το φιλμ σπαραχτικό). Μεγαλουργώντας και επηρεάζοντας το αμερικανικό σινεμά όσο λίγοι, ο σπουδαίος Κασαβέτης επεφύλασσε ένα απόλυτο αριστούργημα για την δεύτερη ταινία του. Με τα αυτοσχεδιαστικά παιχνίδια των ηθοποιών του σε μόνιμη θέση εντός του φιλμικού του σύμπαντος, οργάνωσε ένα δαιδαλώδες πρότζεκτ άνω των 100 ωρών υλικού, γεμάτου με τις προσπάθειες τριών χρόνων. Ένα φιλμ άψογα στημένο, μια πραγματική σπουδή της αγάπης και του νοήματος αυτής, της συμβίωσης και των αμφιβολιών, του χρόνου που περνάει από όλους και όλα, τον πραγματικό λόγο της ύπαρξής μας.
Βαθμολογία: * * * * * Απλά αξεπέραστο.
Τρίτη 21/07
The Perfect Storm (2000), του Wolfgang Petersen. STAR, 22:00, διάρκεια 123’.
Αντι-πρόταση της ημέρας που δεν έχει κανένα ενδιαφέρον, αυτή η βλακώδης περιπέτεια του Πέτερσεν γεμίζει προσδοκίες με το πρώτο μέρος της να αγγίζει ταξικούς προβληματισμούς (ΟΚ, φυσικά και γνωρίζαμε τι θα ακολουθήσει, αλλά σε τι εμπόδιζε το φιλμ να προχωρήσει λίγο παρακάτω;) αλλά να χάνεται στη συνέχεια στη δίνη ή μάλλον στη φουρτούνα των ειδικών εφέ (που, δεν λέμε, φαίνονταν σπουδαία) και του κενού της. Καταιγιστική και εκκωφαντική σίγουρα, αν έχετε όρεξη.
Βαθμολογία: *
Στα Μικροκύματα της Βουλής (22:45-23:45) θα προβληθούν οι ταινίες «Η Κυρία Μίκα» της Κατερίνας Ευαγγελάκου, «Σταδιακή Βελτίωση του Καιρού» του Γιάννη Οικονομίδη και «Ελ Ντοράντο» της Πέννυς Παναγιωτιοπούλου.
Τετάρτη 22/07
Lucky You (2007), του Curtis Hanson. STAR, 22:00, διάρκεια 124’.
Στη σκιά του θρύλου του πόκερ και πατέρα του, ο Χακ (Έρικ Μπάνα) προσπαθεί να βρει τα χρήματα για τη συμμετοχή του στο παγκόσμιο πρωτάθλημα πόκερ. Τολμηρός παίκτης στο τραπέζι αλλά επιφυλακτικός στην προσωπική του ζωή, ο Χακ γνωρίζει την Μπίλι, άρτι αφιχθείσα νεαρή στο Λας Βέγκας, με όνειρα για καλλιτεχνική καριέρα. Ο πολύ συμπαθής κατά τ’ άλλα Κέρτις Χάνσον δείχνει το ίδιο άτολμος με τον ήρωά του και δεν προχωράει τη σχέση που μας γεννά στο πανί όπως θα θέλαμε. Μοιράζοντας άνισα τον κινηματογραφικό του χρόνο στα θέματα που θέλει να πιαστεί αλλά και στους χαρακτήρες του, αναπόφευκτα χάνεται σε αυτά και δεν ολοκληρώνει κανένα. Ο Χακ παραμένει αδιάφορος και απλώς γοητευτικός, η σχέση με τον πατέρα του μοιάζει ουρανοκατέβατη στο φιλμ και δεν καταλαβαίνουμε ποτέ γιατί η Μπίλι τον γοητεύει . Σε αυτό το τελευταίο «βοηθά» βέβαια και η Ντρου Μπάριμορ που ανάθεμα κι αν καταλαβαίνουμε γιατί να την επιλέξει κάποιος για την ταινία του. Πάντα αδιάφορη, πολλές φορές εκνευριστική, όμορφη δεν τη λες και άλλα τέτοια. Το μόνο που σώζεται είναι το παθιασμένο τζογάρισμα του Μπάνα και το πόκερ αλλά κι αυτό μόνο για τους επιφανειακούς γνώστες (οι... επαγγελματίες θα απογοητευτούν από την απλότητα που το χαρακτηρίζει στο φιλμ και οι άσχετοι δεν θα καταλάβουν τι τους γίνεται).
Βαθμολογία: * (Φουλ του άσσου)
A Woman Under the Influence (1974), του Τζον Κασαβέτη. Βουλή, 22:30, διάρκεια 140’.
Μια γυναίκα αισθάνεται πως ο σύζυγός της αδιαφορεί γι’ αυτήν και τον απατά. Ο ίδιος όμως την αγαπά πραγματικά και όταν εκείνη θα παλέψει με τις τύψεις της αλλά και τις επερχόμενες ψυχικές διαταραχές, θα σταθεί δίπλα της. Ωστόσο, μόνο ο ίδια μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό της και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Κασαβέτης που στρέφει το φιλμ σε αυτήν, το χτίζει πάνω της, του δίνει τον τίτλο του από αυτή. Άλλη μια εις βάθος μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς από τον Ελληνοαμερικανό σκηνοθέτη που ανησυχεί ξανά από την αποξένωση, οδηγώντας την ταινία του εν μέσω αλυσιδωτών αντιδράσεων κατευθείαν στη θλίψη της οικογενειακής διάλυσης. Η σπουδαιότερη γυναικεία ερμηνεία που κινηματογραφήθηκε ποτέ είναι εδώ.
Βαθμολογία: * * * * *
Πέμπτη 23/07
Πραγματικά το καλύτερο που έχετε να κάνετε σήμερα είναι να βγείτε μια ωραία βόλτα να δείτε τον Πορτοφολά ή το Μίσος (ή το Hangover για να μην ξεχνίομαστε) σε κανένα θερινό σινεμαδάκι γιατί από την τηλεόραση δεν βλέπω φως.
Παρασκευή 24/07
Opening Night (1977), του Τζον Κασαβέτη. Βουλή, 23:00, διάρκεια 144’.
Μια μεγάλη ηθοποιός του θεάτρου αισθάνεται ενοχές για τον θάνατο μιας γυναίκας που προσπαθούσε να την πλησιάσει από θαυμασμό. Οι ενοχές της θα την καταστρέψουν ψυχολογικά με αποτέλεσμα να επηρεαστεί και στην καλλιτεχνική της ζωή. Ο Κασαβέτης σκηνοθετεί για άλλη μια φορά τη γυναίκα του, Τζίνα Ρόουλαντς, με συνεχή κοντινά στο εκφραστικό της πρόσωπο που λες και με απίστευτη άνεση, ερμηνεύει υποδειγματικά την ψυχολογική κατάρρευση της ηρωίδας, το μπλέξιμο της προσωπικής με την επαγγελματική ζωή, την αγωνία για την επόμενη μέρα σε όλα, κάθε ημέρα και μια Νύχτα Πρεμιέρας.
Βαθμολογία: * * * * *
Interview with the Vampire: The Vampire Chronicles (1994), του Neil Jordan. STAR, 00:45, διάρκεια 112’.
Όταν χάνει τη γυναίκα και το μωρό του, ένας άντρας ψάχνει το κουράγιο του να κρατηθεί στη ζωή. Τότε συναντά τον βρυκόλακα Λεστάτ που τον πείθει να ζήσει μαζί του στην αιωνιότητα. Η απροθυμία του να σκοτώνει ως βρυκόλακας για την τροφή του κάνει τη νέα του ζωή ακόμη πιο μίζερη και δυσβάσταχτη ώσπου γνωρίζει τη νεαρή Κλαούντια, η ύπαρξη της οποίας θα τον οδηγήσει σε πάνω από 200 χρόνια περιπλάνησης. Με σετ αξεπέραστο και τον σπουδαίο Νηλ Τζόρνταν στο τιμόνι, η Συνέντευξη με Έναν Βρυκόλακα έγινε ένα αριστούργημα των 90s . Το γοτθικό ύφος στο οποίο είναι άριστος ο Τζόρνταν (θυμηθείτε την Παρέα των Λύκων, το σπουδαιότερο ενήλικο παραμύθι στο σινεμά) γίνεται οδηγός του φιλμ, ο ρυθμός του είναι συγκρατημένος και η δράση του συνεχής. Ο Τζόρνταν γνωρίζει πως να χρησιμοποιήσει ως όχημα την βαμπίρ ιστορία του (άλλωστε τα πλάσματα αυτά είναι η ιδανική αλληγορία για τον χρόνο που παγώνει ανεπιθύμητα και περνά δίχως γυρισμό όταν θέλουμε να σταματήσει), καταρρίπτοντας τον μύθο της «σύντομης» ζωής με την απογοήτευση της αιώνιας περιπλάνησης. Κάτι σαν φιλμικό παράδοξο όπου οι ορκισμένοι horror fans ενδεχομένως να ξεφυσήσουν απογοητευμένοι από την απουσία του gore θεάματος και οι σινεφίλ με παρωπίδες ίσως απορρίψουν ένα φιλμ όπου ο Τομ Κρουζ δαγκώνει τον Μπραντ Πιτ, ωστόσο οι υποψιασμένοι θα απολαύσουν ένα καλλιτεχνικό αριστούργημα. Επιπρόσθετα, η μουσική του Γκόλντεναλ είναι υπέροχη.
Βαθμολογία: * * * * (Ένα για τον Τομ Κρουζ, ένα για τον Μπραντ Πιτ, ένα για την Κίρστεν Ντανστ, ένα για τον Αντόνιο Μπαντέρας και όλα μαζί για το Νηλ Τζόρνταν)
Σάββατο 25/07
La vita è bella (1997), του Roberto Benigni. ΝΕΤ, 22:00, διάρκεια 111’.
Στην Ιταλία του ’40 ο Γκουίντο, εβραϊκής καταγωγής Ιταλός βιβλιοπώλης, συλλαμβάνεται και με το γιο του στέλνονται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ορκισμένος να προστατέψει το μικρό του γιο από τη νοσηρότητα του φασισμού και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, χτίζει έναν κόσμο ψεύτικο, μέσα και έξω από το στρατόπεδο, όπου όλα γίνονται για να είναι οι άνθρωποι χαρούμενοι, ένα οικουμενικό παιχνίδι με νικητές και χαμένους στο οποίο βυθίζονται και οι δύο. Δεν ξέρω τι λέτε, αλλά βρίσκω το φιλμ του Μπενίνι εξαιρετικό. Γλυκό αλλά όχι γλυκερό, με χιούμορ αλλά όχι ανήθικο στο θέμα που πατάει, μακριά από προβοκατόρικες διαθέσεις και ηθικολογικές εξάρσεις. Το παιδί μεγαλώνει εξίσου μέσα στον μικρό γιο αλλά και τον ίδιο τον Γκουίντο που βγάζουν τη γλώσσα στο θάνατο, ο ένας για να διατηρήσει το κουράγιο του και ο άλλος γιατί δεν τον γνωρίζει (και κατά συνέπεια κανένα δέος και κανένας φόβος δεν προκαλείται από αυτόν). Αν δεν κλάψει κάποιος, υποθέτω ότι έχει κάνει αφαίρεση είτε καρδιάς είτε δακρυγόνων αδένων.
Βαθμολογία: * * * * (Να πάτε να πνιγείτε)
Shadows (1959), του Τζον Κασαβέτη. Βουλή, 22:00, διάρκεια 87’.
Στην πρώτη του ταινία, ο Κασαβέτης έπαιξε με την τζαζ μουσική και τον ερμηνευτικό αυτοσχεδιασμό της σχολής που τελικά δημιούργησε σε ένα φιλμ γυρισμένο εξ ολοκλήρου με την κάμερα στο χέρι, αδιαφορώντας για το πλάνο του αλλά εστιάζοντας στους ηθοποιούς του. Δημιουργικά ρηξικέλευθο, απλώνει τις θεματικές του από τον κοινωνικό και φυλετικό ρατσισμό, στον έρωτα ως διέξοδο μιας δύσκολης ζωής, στη σημασία της μουσικής υπό το φόντο της Νέας Υόρκης του τέλους της δεκατίας του ’50. Με τους πρωταγωνιστές χαμένους στις σχέσεις τους αλλά και τις σχέσεις τους χαμένες οι ίδιες, πνίγονται στα αδιέξοδά τους αλλά και τη μητρόπολη του κόσμου που αδυνατεί να τους εντάξει επιπροσθέτοντας στο τραγικό του θέμα. Όσα ακολούθησαν, εν μέρει οφείλονται σε αυτό εδώ.
Βαθμολογία: * * * * (Τζαζ σε 4 τέταρτα)
Υ.Γ. Μιας και δεν γράψαμε πουθενά για τα δισκάκια του Κασαβέτη, να επισημάνουμε ότι η λατρεμένη Criterion έχει κυκλοφορήσει μια εξαιρετική συλλογή τις περισσότερες απ' τις ταινίες του και τιμή περί τα 50 ευρώ. Τραγική ειρωνία, υπάρχει μαγαζί στο κέντρο που τα πουλάει 55 το ένα...
***
To παραπάνω κείμενο αποτελεί αναδημοσίευση από το www.cinemart.gr.