Sunday, August 26, 2007

Planet Terror (2007), του Robert Rodriguez


Ανάμεσα στις θεωρητικές σινεφιλικές αναζητήσεις, στις ακαδημαϊκού τύπου έρευνες και στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, βρίσκεται το Grindhouse. Οι Robert Rodriguez και Quentin Tarantino μας πείθουν για τις προθέσεις τους αφενός να απέχουν από όλα τα παραπάνω, αφετέρου να προσφέρουν σε όλους ένα ευχάριστο και ψυχαγωγικό διάλειμμα. Και αν η απόφαση να κοπεί στα δύο το δελεαστικό πακέτο τους σηματοδότησε μια πρώτη ήττα, η - έστω και χωριστή - επαφή τους με το κοινό θα δώσει το τελικό πόρισμα.

Με το Planet Terror ο Rodriguez κινείται σε γνώριμα για αυτόν χωράφια. Σε όλη την μέχρις στιγμής καριέρα του υπηρέτησε το κινηματογράφο της καθαρής διασκέδασης, μακριά από βαθύτερα θέματα. Εξωστρεφής κινηματογραφιστής, είναι δύσκολο να μην τον θαυμάσεις για το πάθος με το οποίο γυρίζει τις ταινίες του. Συγκεντρωτικός ως συνήθως, αναλαμβάνει τον ρόλο του σκηνοθέτη, του σεναριογράφου, του φωτογράφου, ενώ μοντάζ και μουσική φέρουν την υπογραφή του. Κάτι που ισχύει από την εποχή του El Mariachi κιόλας.

Και αυτή είναι η μεγαλύτερη συνεισφορά του Rodriguez, εμφανής και σε αυτό το φιλμ. Μέσα στην ηθελημένη φτήνια του και στον επαγγελματικότατο (πλέον) ερασιτεχνισμό του, το Planet Terror αποτελεί απόδειξη και ταυτόχρονα πρόσκληση προς κάθε ενδιαφερόμενο να περάσει στη δημιουργία.
Ο κινηματογράφος είναι ίσως η λαϊκότερη των τεχνών και η κάμερα, ένα «όπλο» που μπορεί να βρεθεί στο χέρι του καθενός, καμιά φορά, με αξιόλογα αποτελέσματα. Απαραίτητη προϋπόθεση, η αγάπη για το μέσο που υπηρετείς. Και αυτή περισσεύει στον Rodriguez. Όλο το εγχείρημα του Grindhouse άλλωστε είναι προϊόν του έρωτα των σκηνοθετών του για μια ξεχασμένη εποχή, πίσω στη δεκαετία του 70, όταν η επίσκεψη στις κακόφημες αίθουσες της Αμερικής ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία, συχνά επικίνδυνη. Έχοντας μελετήσει το ύφος των Z-movies που προβάλλονταν εκεί, ο Rodriguez πετυχαίνει να (ανα)δημιουργήσει μια ρετρό ατμόσφαιρα. Φθαρμένη εικόνα, χαμένες μπομπίνες και ένα πολύ ταιριαστό soundtrack, μπολιάζονται με μπόλικες αναφορές στο συγκεκριμένο genre στο οποίο επιθυμεί να ανήκει το Planet Terror και στους πρωτομάστορές του (βλ. Romero, Carpenter). Το αποτέλεσμα είναι σίγουρα ικανοποιητικό, ικανό να προκαλέσει ενθουσιώδεις αντιδράσεις στους οπαδούς των splatter/zombie movies και να αποτελέσει αντάξιο συνεχιστή του είδους. Εκεί όμως βρίσκεται και η διαφορά ανάμεσα στα δύο μέρη του Grindhouse και στους δημιουργούς τους. Ενώ ο Tarantino παίρνει ήρωες/πρότυπα παλαιότερων εποχών κατορθώνοντας να τους εμφυσήσει ζωή, κάνοντας τους να φαίνονται μοντέρνοι και φρέσκοι στην εποχή μας, ο Rodriguez μένει προσκολλημένος στο σημείο από όπου ξεκίνησε. Δεν προχωράει καθόλου παραπέρα και φυσικά το έργο του σε καμία περίπτωση δεν εκσυγχρονίζει το είδος που υπηρετεί.

Ωστόσο, οι προθέσεις του δεν ήταν αυτές. Απλά ήθελε να γεμίσει την οθόνη με αίμα, βία, χιούμορ, σεξ. Και το καταφέρνει με μαεστρία, χρωστώντας πολλά και στους ηθοποιούς του. Εκτός του ότι διαθέτουν όλοι τους τρομερές φάτσες, μοιάζουν απόλυτα εγκλιματισμένοι με το ύφος της ταινίας και εκστομίζουν κάθε ατάκα με μεταδοτική σε μας απόλαυση. Πρώτη και καλύτερη η Rose McGowan η οποία από τους «πιο-αισθησιακούς-καίγεσαι» αρχικούς τίτλους κιόλας, σαγηνεύει σε
κάθε κάδρο που τη φιλοξενεί. Ακολουθώντας πιστά την κληρονομιά που έχουν αφήσει σημαντικοί δημιουργοί στο παρελθόν, ο Rodriguez θα χρησιμοποιήσει το κλασσικό μοτίβο της ομάδας των επιζώντων οι οποίοι θα αγωνιστούν για την επιβίωση και θα αναλάβουν την ευθύνη της διάσωσης του είδους μας. Θα φτιάξει μια πλειάδα χαρακτήρων με αρκετή ζωντάνια, καθώς ο καθένας φέρει τη δική του ιστορία, συχνά ρομαντική και συναισθηματική, αλλά πρωτίστως χιουμοριστική. Και παρά το γεγονός ότι καθώς περνάει η ώρα η ταινία μοιάζει να επαναλαμβάνεται, το σίγουρο είναι ότι οι θεατές θα εγκαταλείψουν την αίθουσα νιώθοντας «γεμάτοι». Και αυτό είναι επιτυχία του ίδιου του σινεμά, εδώ σε μια καθαρά αυτοαναφορική στιγμή του.


Αχιλλέας Παπακωνσταντής


1 comment:

zubizabata said...

Ρε συ το μήνυμα σου ήρθε;;; Γιατί είχα και ένα άγχος (όπως δψεν έχς και αναφορά).